Περιμένω
Από MusicLexis
De:
En: wait
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru: ждать
περιμένεις = Present form, 2nd person singular
Μην περιμένεις πια, όλα τελειώσανε
De:
En: "Don't wait any longer, everything is finished"
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru: "Больше не жди, все кончено"
Μιχάλης Μενιδιάτης & Βούλα Γκίκα - Μην Περιμένεις Πια