Πιστεύω

Από MusicLexis
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

De:

En: believe

Es:

Fr:

It:

Pt:

Ru: верить


πιστεύω= Present form, 1st person singular



Δεν πιστεύω σε αγάπες κι έρωτες

De:

En: "I don't believe in romances and loves"

Es:

Fr:

It:

Pt:

Ru: "Я не верю в любовь и романы"


Ελένη Δήμου - Δεν Πιστεύω