Ψάχνω
Από MusicLexis
Αναθεώρηση ως προς 21:44, 30 Ιανουαρίου 2016 από τον MarinaAndr (Συζήτηση | συνεισφορές)
De:
En: search, look for
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru: искать
ψάχνω = Present form, 1st person singular
Σε ψάχνω μες στον κόσμο, δεν είσαι πουθενά
De:
En: "I'm looking for you in the crowd, you are nowhere"
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru: "Я ищу тебя в толпе. А тебя нигде нет"
Μανώλης Λιδάκης - Δεν Είσαι Πουθενά