Αρέσει
Από MusicLexis
Αναθεώρηση ως προς 15:01, 14 Απριλίου 2016 από τον Rania.nikolaou (Συζήτηση | συνεισφορές)
De:
En: be appealing to, be likeable to
Es: gustar
Fr:
It:
Pt:
Ru:
Μου αρέσει = It is appealing to me = I like
Μ'άρέσει να μη λέω πολλά, μ'αρέσει να κοιτάω ψηλά
De:
En: "I like not to say much, I like to look high up"
Es: "Me gusta decir poca palabras, me gusta mirar alto"
Fr:
It:
Pt:
Ru:
Υπόγεια Ρεύματα - Μ'Αρέσει Να Μη Λέω Πολλά