Ξενυχτάω / Ξενυχτώ
Από MusicLexis
Αναθεώρηση ως προς 01:16, 18 Φεβρουαρίου 2016 από τον Admin (Συζήτηση | συνεισφορές)
De:
En: stay up all night
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru:
ξενυχτάνε = Present form, 3rd person plural
Τα κορίτσια ξενυχτάνε με ένα μυστικό
De:
En: "Girls stay up all night with a secret"
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru:
Αλέξια - Τα Κορίτσια Ξενυχτάνε