Ρίχνω
Από MusicLexis
De:
En: throw, toss, drop
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru:
ρίξε = Imperative form, singular
Ρίξε κόκκινο στη νύχτα, ρίξε λάδι στη φωτιά
De:
En: "Throw red paint into the night, throw oil on the fire"
Es:
Fr:
It:
Pt:
Ru:
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας - Ρίξε Κόκκινο Στη Νύχτα