Μπορώ

Από MusicLexis
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

De:

En: can, be able

Es:

Fr:

It:

Pt:

Ru: мочь


μπορώ= Present form, 1st person singular



Δε μπορώ...άλλο πια δε μπορώ

De:

En: "I cannot... any more, I cannot"

Es:

Fr:

It:

Pt:

Ru: "Я не могу... больше, не могу"


Αλκίνοος Ιωαννίδης - Δεν μπορώ